ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Πληκτρολογήστε το κείμενό σας εδώ...
Ο όρος περιβάλλον αναφέρεται σε οτιδήποτε περιβάλλει κάποιο αντικείμενο. Έτσι το περιβάλλον ενός έμβιου οργανισμού είναι η κοντινή ή μακρινή σε αυτόν περιοχή, που ασκεί άμεσα επιρροή στον ίδιο και στις συνθήκες διαβίωσής του. Στις θετικές και φυσικές επιστήμες, καθώς και στις επιστήμες μηχανικών, ένα σύστημα είναι το τμήμα του κόσμου που μελετάται και περιβάλλον είναι οτιδήποτε έξω από τα όρια αυτού. Μεταξύ του συστήματος και του περιβάλλοντος μπορούν να υπάρχουν αλληλεπιδράσεις και ανταλλαγές ύλης, ενέργειας ή πληροφορίας.
Σε σχέση με τον άνθρωπο, μπορεί να διακρίνει κανείς μεταξύ άλλων:
- το κοινωνικό περιβάλλον
- το φυσικό περιβάλλον
- το περιβάλλον, με οικολογική σημασία
- το ψηφιακό περιβάλλον
Το περιβάλλον σε διαφορετικές επιστήμες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Στη Βιολογία και τις Περιβαλλοντικές επιστήμες, το περιβάλλον μπορεί να καθοριστεί σαν ενα σύνολο κλιματικών, βιοτικών, κοινωνικών και εδαφικών παραγόντων που δρουν σε έναν οργανισμό και καθορίζουν την ανάπτυξη και την επιβίωση του. Έτσι, περιλαμβάνει οτιδήποτε μπορεί να επηρεάσει άμεσα τον μεταβολισμό ή τη συμπεριφορά των ζωντανών οργανισμών ή ειδών, όπως το φως, ο αέρας, το νερό, το έδαφος και άλλοι παράγοντες. Δείτε επίσης το άρθρο για το φυσικό περιβάλλον και τη φυσική επιλογή.
- Στην αρχιτεκτονική, την εργονομία και την ασφάλεια στην εργασία, περιβάλλον είναι το σύνολο των χαρακτηριστικών ενός δωματίου ή κτιρίου που επηρεάζουν την ποιότητα ζωής και την αποδοτικότητα, περιλαμβανομένων των διαστάσεων και της διαρρύθμισης των χώρων διαβίωσης και της επίπλωσης, του φωτισμού, του αερισμού, της θερμοκρασίας, του θορύβου κλπ. Επίσης μπορεί να αναφέρεται στο σύνολο των δομικών κατασκευών. Δείτε επίσης το άρθρο για το δομημένο περιβάλλον.
- Στην ψυχολογία, περιβαλλοντισμός είναι η θεωρία ότι το περιβάλλον (με τη γενική και κοινωνική έννοια) παίζει μεγαλύτερο ρόλο από την κληρονομικότητα καθορίζοντας την ανάπτυξη ενός ατόμου. Συγκεκριμένα, το περιβάλλον είναι ένας σημαντικός παράγοντας πολλών ψυχολογικών θεωριών.
- Στην τέχνη, το περιβάλλον αποτελεί κινητήριο μοχλό και μούσα εμπνέοντας τους ζωγράφους ή τους ποιητές. Σε όλες τις μορφές της Τέχνης αποτελεί έμπνευση και οι Καλές Τέχνες φανερώνουν την επιρροή οπού άσκησε σε όλους τους καλλιτέχνες με όποιο είδος Τέχνης κι αν ασχολούνται. Ο άνθρωπος μέσα στο περιβάλλον δημιουργεί Μουσική, Ζωγραφική, Ποίηση, Γλυπτική, χορό, τραγούδι, θέατρο, αλλά και όλες οι μορφές τέχνης έχουν άμεση έμπνευση από το περιβάλλον.
ΖΩΑ
Τα Ζώα είναι πολυκύτταροι ευκαρυωτικοί οργανισμοί οι οποίοι σχηματίζουν ιδιαίτερο βασίλειο με την επιστημονική ονομασία Animalia. Κατά κανόνα τα περισσότερα ζώα είναι ετερότροφα, αναπνέουν οξυγόνο, μπορούν να κινούνται, αναπαράγονται εγγενώς και κατά την πρώιμη εμβρυϊκή ανάπτυξή τους σχηματίζουν μία κοίλη σφαίρα κυττάρων, το βλαστίδιο. Έχουν περιγραφεί περισσότερα από 1,5 εκατομμύρια αρτίγονα είδη ζώων-εκ των οποίων περίπου το 1 εκατομμύριο είναι έντομα-αλλά υπολογίζεται ότι συνολικά ξεπερνούν τα 7 εκατομμύρια. Το μήκος των ζώων κυμαίνεται από 8,5 χιλιοστόμετρα έως 33,6 μέτρα. Παρουσιάζουν πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους και με το περιβάλλον τους, δημιουργώντας περίπλοκα τροφικά πλέγματα. Η επιστήμη που μελετά τα ζώα ονομάζεται ζωολογία.
Τα περισσότερα είδη ζώων ανήκουν στον κλάδο των αμφίπλευρων (Bilateria), δηλαδή το σώμα τους έχει αμφίπλευρη συμμετρία (διαχωρίζεται από ένα μοναδικό επίπεδο σε δύο κατοπτρικά ημίσεα, ένα δεξί και ένα αριστερό). Στα αμφίπλευρα περιλαμβάνονται τα πρωτοστόμια-στα οποία με την σειρά τους ανήκουν πολλές ομάδες ασπονδύλων όπως οι νηματώδεις, τα αρθρόποδα και τα μαλάκια-και τα δευτεροστόμια, όπου ανήκουν τα εχινόδερμα και τα χορδωτά (περιλαμβάνουν τα σπονδυλωτά). Διάφορες μορφές ζωής της εδιακάριας περιόδου του ύστερου προκάμβριου θεωρούνται από πολλούς ότι αποτελούν πρώιμα ζώα. Ωστόσο τα περισσότερα σύγχρονα ζωικά φύλα κάνουν σαφή εμάνιση στο αρχείο των απολιθωμάτων ως θαλλάσια είδη κατά την διαρκεια της κάμβριας έκρηξης περίπου 542 εκατομμύρια χρόνια πριν. Από την άλλη έχουν ταυτοποιηθεί 6,331 ομάδες γονιδίων που είναι κοινά σε όλα τα ζώα· πιθανώς αποτελούν κληρονομιά ενός μοναδικού κοινού προγόνου ο οποίος υπολογίζεται ότι έζησε περίπου 650 εκατομμύρια χρόνια πριν, κατά την Κρυογενή περίοδο.
Ο Αριστοτέλης είχε διαιρέσει τα ζώα σε δύο κατηγορίες ανάλογα με την παρουσία ή μη αίματος. Ο Κάρολος Λινναίος είναι ο δημιουργός του πρώτου ιεραρχικού συστήματος βιολογικής ταξινόμησης των ζώων, του Systema Naturae το 1758, το οποίο ο Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ επέκτεινε σε 14 φύλα το 1809. Το 1874, ο Ερνστ Χέκελ διαχώρισε τα ζώα στα πολυκύτταρα Μετάζωα (πλέον συνώνυμο του όρου Ζώα) και στα Πρωτόζωα, μονοκύτταρους οργανισμούς οι οποίοι δεν θεωρούνται πια ζώα. Στην σύγχρονη εποχή, η βιολογική ταξινόμηση των ζώων βασίζεται σε προχωρημένες τεχνικές, όπως η μοριακή φυλογένεση, που μπορούν να αποκαλύψουν με ακρίβεια τις εξελικτικές σχέσεις μεταξύ των ζωικών τάξων.
Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πολλά ζώα για παροχή τροφής, όπως κρέατος, γάλακτος και αβγών, για πρώτες ύλες, όπως δέρμα και μαλλί, ως κατοικίδια και ως ζώα εργασίας είτε για την δύναμή τους είτε για μεταφορές. Οι σκύλοι χρησιμοποιούνται παραδοσιακά στο κυνήγι, ενώ πολλά άλλα χερσαία και υδρόβια ζώα αποτελούν τα θηράματα του κυνηγιού. Επίσης τα ζώα εμφανίζονται στην τέχνη ήδη από πολύ νωρίς και παρουσιάζονται στην μυθολογία και την θρησκεία.
Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η λέξη "ζώο" προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη ζῷον που με τη σειρά της παράγεται από το ρήμα ζῶ. [1] Στην καθημερινή χρήση της καθομιλουμένης, ο όρος «ζώο» χρησιμοποιείται συνήθως -λανθασμένα-για αναφορές μόνο στα μέλη του βασιλείου Ζώα πλην του ανθρώπου. Μερικές φορές, στην καθομιλουμένη εννοούνται μόνο οι πλησιέστεροι συγγενείς των ανθρώπων όπως τα θηλαστικά και άλλα σπονδυλωτά.[2] Στην βιολογία, η λέξη χρησιμοποιείται ως αναφορά σε όλα τα μέλη του βασιλείου Ζώα, και περιλαμβάνει ποικίλους οργανισμούς πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους όπως οι σπόγγοι, οι μέδουσες, τα έντομα και οι άνθρωποι.[3]
Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα ζώα έχουν πολλά χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν από τα άλλα έμβια όντα. Τα ζώα είναι ευκαρυωτικοί και πολυκύτταροι οργανισμοι,[4] χαρακτηριστικά τα οποία τα διαχωρίζουν από τα βακτήρια και τα πρώτιστα. Ειναι ετερότροφοι οργανισμοί,[5] γενικά πέπτουν την τροφή σε έναν εσωτερικό θάλαμο, πράγμα που τα διαχωρίζει από τα φυτά και τα φύκη.[6] Διακρίνονται επίσης από τα φυτά, τα φύκη και τους μύκητες από την απουσία άκαμπτων κυτταρικών τοιχωμάτων.[7] Όλα τα ζώα είναι κινητικά,[8] έστω και μόνο σε ορισμένα στάδια της ζωής τους. Στα περισσότερα ζώα, τα έμβρυα περνάνε από ένα στάδιο βλαστιδίου,[9] χαρακτηριστικό που απαντάται αποκλειστικώς στα ζώα.
Δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με λιγοστές εξαιρέσεις, κυρίως όπως οι Σπόγγοι και τα Πλακόζωα, τα ζώα έχουν σώματα διαφοροποιημένα σε ξεχωριστούς ιστούς. Αυτοί περιλαμβάνουν τους μύες, που μπορούν να πραγματοποιούν και να ελέγχουν τις κινήσεις, και τους νευρικούς ιστούς, που στέλνουν κι λαμβάνουν μηνύματα. Τυπικά, υπάρχει και ένας εσωτερικός πεπτικός θάλαμος, με ένα ή δύο ανοίγματα.[10] Τα ζώα με αυτού του είδους οργάνωση ονομάζονται μετάζωα, η ευμετάζωα όταν το πρώτο χρησιμοποιείται για τα ζώα εν γένει.[11]
Όλα τα ζώα έχουν ευκαρυωτικά κύτταρα, περιβαλλόμενα από μία χαρακτηριστική εξωκυττάρια ουσία αποτελούμενη από κολλαγόνο και ελαστικές γλυκοπρωτεΐνες.[12] Αυτό μπορεί να ασβεστοποιηθεί για να σχηματίσει δομές όπως τα όστρακα, τα οστά και οι παρασχίδες.[13] Καθώς αναπτύσσονται, σχηματίζουν ένα σχετικά εύκαμπτο πλαίσιο[14] όπου τα κύτταρα μπορούν να κινούνται και να αναδιοργανώνονται καθιστώντας εφικτές πολύπλοκες δομές. Αντιθέτως, άλλοι πολυκύτταροι οργανισμοί, όπως τα φυτά και μύκητες, έχουν κύτταρα που συγκρατούνται στη θέση τους από κυτταρικά τοιχώματα, και έτσι εξελίσσονται από την προοδευτική ανάπτυξη.[10] Επιπλέον, μοναδικές στα ζωικά κύτταρα είναι οι ακόλουθες διακυτταρικές συνδέσεις: οι στενοσύνδεσμοι, οι χασμοδεσμοί, και τα δεσμοσώματα.[15]
Αναπαραγωγή και ανάπτυξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ένας κυτταρικός πνεύμονας τρίτωνα χρωματισμένος με φθορίζουσες βαφές στο στάδιο της πρώιμης ανάφασης.
Σχεδόν όλα τα ζώα υποβάλλονται σε κάποια μορφή σεξουαλικής αναπαραγωγής.[16] Έχουν κάποια αναπαραγωγικά κύτταρα, που υφίστανται μείωση για να παράγουν μικρότερα, ευκίνητα σπερματοζωάρια ή μεγαλύτερα, ακίνητα τα ωάρια.[17] Αυτά συντήκονται για να σχηματίσουν ζυγωτά, τα οποία εξελίσσονται σε νέα άτομα.[18]
Πολλά ζώα είναι επίσης ικανά να κάνουν ασεξουαλική αναπαραγωγή.[19] Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω παρθενογένεσης, όπου παράγονται γόνιμα αυγά χωρίς ζευγάρωμα, εκκόλαψη, ή κατακερματισμό.[20]
Το ζυγωτό αναπτύσσεται αρχικά σε μια κοίλη σφαίρα, που ονομάζεται βλαστίδιο,[21] το οποίο υφίσταται αναδιάταξη και διαφοροποίηση. Στους σπόγγους, οι προνύμφες του βλαστιδίου κολυμπούν προς μια νέα θέση και αναπτύσσονται σε ένα νέο σπόγγο.[22] Στις περισσότερες άλλες ομάδες, το βλαστίδιο υφίσταται πιο περίπλοκη αναδιάταξη.[23] Πρώτα σχηματίζει ένα γαστρίδιο με πεπτική κοιλότητα και δύο ξεχωριστά βλαστικά δέρματα - ένα εξωτερικό εξώδερμα και ένα εσωτερικό ενδόδερμα.[24] Στις περισσότερες περιπτώσεις, αναπτύσσεται επίσης και ένα μεσόδερμα μεταξύ τους.[25] Στη συνέχεια τα βλαστικά αυτά δέρματα διαφοροποιούνται για να σχηματίσουν ιστούς και όργανα.[26]
Τροφή και προμήθεια ενέργειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Διατροφή των ζώων
Όλα τα ζώα είναι ετερότροφα, δηλαδή τρέφονται άμεσα ή έμμεσα με άλλα έμβια όντα.[27] Συχνα διακρίνονται επιπλέον σε ομάδες όπως σαρκοφάγα, φυτοφάγα, παμφάγα και παράσιτα.[28]
Η θήρευση είναι βιολογική αλληλεπίδραση κατά την οποία ένας θηρευτής (ετερότροφος οργανισμός που κυνηγά) τρέφεται με ένα θήραμα (ο οργανισμός που δέχεται επίθεση).[29] Οι θηρευτές μπορεί και να θανατώνουν και να μην θανατώνουν το θήραμά τους προτού τραφούν από αυτό, αλλά η πράξη της θηρεύσης πάντα έχει ως τελικό αποτέλεσμα τον θάνατο του θηράματος.[30] Η άλλη κύρια κατηγορία κατανάλωσης είναι η σαπροφαγία, η κατανάλωση νεκρής οργανικής ύλης.[31] Κάποιες φορές μπορεί να είναι δύσκολο να διακρίνουμε τις δύο διατροφικές συμπεριφορές, για παράδειγμα, όταν παρασιτικά είδη τρέφονται από τον ξενιστή τους και στη συνέχεια γεννούν τα αυγά τους σε αυτόν για να τραφούν οι απόγονοί τους από το σηπόμενο πτώμα του. Επιλεκτικές πιέσεις που ασκούνται αμοιβαίως έχουν οδηγήσει σε έναν αγώνα εξελικτικών όπλων μεταξύ θηράματος και θηρευτή, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη ποικίλων αντιθηρευτικών προσαρμογών.[32]
Τα περισσότερα ζώα χρησιμοποιούν εμμέσως την ενέργεια του ηλιακού φωτός τρώγοντας φυτά ή φυτοφάγα ζώα. Τα περισσότερα φυτά χρησιμοποιούν το φως για να μετατρέπουν τα ανόργανα μόρια του περιβάλλοντος σε υδατάνθρακες, λίπη, πρωτεΐνες και άλλα βιομόρια, που περιέχουν χαρακτηριστικά ανηγμένο άνθρακα στον σχηματισμό δεσμών άνθρακα-υδρογόνου. Αρχίζοντας με διοξείδιο του άνθρακα (CO2) και νερό (H2O), η φωτοσύνθεση μετατρέπει την ενέργεια του ηλιακού φωτός σε χημική ενέργεια με τη μορφή απλών σακχάρων (π.χ., γλυκόζη), απελευθερώνοντας μοριακό οξυγόνο. Αυτά τα σάκχαρα χρησιμοποιούνται εν συνεχεία ως βασικά δομικά στοιχεία για την ανάπτυξη των φυτών, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής άλλων βιομορίων.[10] Όταν ένα ζώο τρώει φυτά (ή τρώει άλλα ζώα που έχουν φάει φυτά), ο ανηγμένος άνθρακας που περιέχεται στην τροφή γίνεται πηγή ενέργειας και δομική ύλη για τα ζώα.[33] Χρησιμοποιούνται είτε άμεσα βοηθώντας την ανάπτυξη του ζώου, ή αφού διασπασθούν, απελευθερώνοντας την αποθηκευμένη ηλιακή ενέργεια και παρέχοντας στο ζώο την απαραίτητη ενέργεια για την κίνηση.[34][35]
Ζώα που ζουν σε υδροθερμικές πηγές και ψυχρές διαφυγές στον πυθμένα του ωκεανού δεν εξαρτώνται από την ενέργεια του ηλιακού φωτός.[36] Αντί αυτού χημειοσυνθετικά αρχαία και βακτήρια σχηματίζουν τη βάση της τροφικής αλυσίδας.[37]
Προέλευση και απολιθώματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Περαιτέρω πληροφορίες: UrmetazoaΟ Dunkleosteus ήταν ένα 10μετρο προϊστορικό ψάρι.[38]
Τα ζώα θεωρείται γενικά ότι έχουν εξελιχθεί από ευκαρυωτικούς οργανισμούς που έφεραν μαστίγια.[39] Οι πλησιέστεροι γνωστοί ζώντες συγγενείς είναι τα Χοανομαστιγωτά, τα οποία έχουν παρόμοια μορφολογία με τα χοαναοκύτταρα συγκεκριμμένων σπόγγων.[40] Μοριακές μελέτες τοποθετούν τα ζώα σε μία υπερομάδα που ονομάζεται Οπισθόκωντα, όπου περιλαμβάνονται επίσης και τα Χοανομαστιγοφόρα, οι μύκητες και λίγα μικρά παρασιτικά πρώτιστα.[41] Η ονομασία προέρχεται από την οπίσθια θέση του μαστιγίου στα κινούμενα κύτταρα, όπως τα σπερματοζωάρια των περισσότερων ζώων, ενώ άλλα Ευκαρυωτά τείνουν να έχουν πρόσθια μαστίγια.[42]
Τα πρώτα απολιθώματα που ενδεχομένως αντιπροσωπεύουν ζώα εμφανίζονται κατά τον Σχηματισμό Trezona στο Trezona Bore, στο Δυτικοκεντρικό Flinders, στην Νότια Αυστραλία.[43] Αυτά τα απολιθώματα ερμηνεύονται ως πρώιμοι σπόγγοι. Βρέθηκαν σε πετρώματα ηλικίας 665 εκατομμυρίων ετών.[43]
Τα επόμενα παλαιότερα πιθανά απολιθώματα ζώων απαντούν προς το τέλος του Προκάμβριου, περίπου 610 εκατομμύρια χρόνια πριν και είναι γνωστά ως τα Εδιακάρια πανίδα.[44] Αυτά είναι ωστόσο δύσκολο να συσχετισθούν με μεταγενέστερα απολιθώματα. Κάποια ίσως αντιπροσωπεύουν προδρόμους των σύγχρονων συνομοταξιών, αλλά μπορεί και να αποτελούν ξεχωριστές ομάδες και είναι πιθανό να μην είναι στην πραγματικότητα καν ζώα.[45]
Πέραν αυτών, οι πλέον γνωστές συνομοταξίες ζώων κάνουν μία περισσότερο ή λιγότερο ταυτόχρονη εμφάνιση κατά τη διάρκεια της Καμβρίας περιόδου, περίπου 542 εκατομμύρια χρόνια πριν.[46] Εξακολουθεί να υπάρχει διένεξη για το αν αυτό το γεγονός, που επονομάζεται Κάμβρια έκρηξη, αντικατοπτρίζει μία ταχεία απόκλιση μεταξύ διαφορετικών ομάδων ή μία αλλαγή των συνθηκών που διευκόλυνε τη δημιουργία απολιθωμάτων.
Κάποιοι παλαιοντολόγοι υποθέτουν ότι τα ζώα εμφανίστηκαν πολύ νωρίτερα από την Κάμβρια έκρηξη, πιθανώς ως 1 δισεκατομμύριο χρόνια πριν.[47] Ιχνοαπολιθώματα όπως πατημασιές και τρύπες που χρονολογούνται από την Τόνια περίοδο δείχνουν την παρουσία τριπλοβλαστικών σκωλήκων, όμοιων με τα μετάζωα, περίπου στο μέγεθος (γύρω στα 5 mm πλάτος) και την πολυπλοκότητα των γεσκωλήκων.[48] Στην αρχή της Τονίας Περιόδου περίπου 1 δισεκατομμύριο χρόνια πριν, υπήρξε μία μείωση στην ποικιλία στρωματολίθων, που ίσως υποδεικνύει την εμφάνιση βοσκητικών ζώων, αφού η ποικιλία σρωματολίθων αυξήθηκε όταν βοσκητικά ζώα εξαφανίστηκαν στις μαζικές εξαφανίσεις στο Τέλος του Περμίου και στο Τέλος του Ορδοβικίου και μειώθηκε σύντομα όταν ανέκαμψαν οι βοσκητικοί πληθυσμοί. Ωστόσο η ανακάλυψη ότι ίχνη παρόμοια με αυτά των πρώιμων ιχνοαπολιθωμάτων δημιουργούνται σήμερα από το γιγάντιο μονοκύτταρο πρώτιστο Gromia sphaerica θέτει υπό αμφισβήτηση την ερμηνεία τους ως αποδείξεις πρώιμης εξέλιξης ζώων.[49][50]
Σπόγγος (κυτταρική αποικία)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ένας σπόγγος (Monanchora unguifera).
Τα ζωικά κύτταρα είναι ετερότροφα, δηλαδή πρέπει να τρώνε για να επιζήσουν, αντίθετα με τα φυτά. Η επιβίωση ενός ζώου είναι συνυφασμένη με τη μέριμνα για την εύρεση τροφής. Η στρατηγική των σπόγγων συνίσταται απλώς στη διήθηση του νερού που διέρχεται από αυτούς, για να συλλάβουν τη λεία τους. Αυτή η στρατηγική δεν απαιτεί ούτε πολύπλοκη δομή, ούτε συντονισμένη κίνηση.
Οι σπόγγοι σχηματίζουν τον πιο απλό οργανισμό: αποτελούν αποικίες κυττάρων ουσιαστικά αδιαφοροποίητων, χωρίς πραγματικές εσωτερικές δομές, ούτε λειτουργία. Είναι ζώα χωρίς νευρικό σύστημα ούτε πεπτικό σωλήνα. Τα σώματά τους δεν σχηματίζουν παρά μόνο δύο κυτταρικές στιβάδες (εξώδερμα και ενδόδερμα).
Πολύποδας: ύδρες, κοράλλια και μέδουσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μία θαλάσσια ανεμώνη (Condylactis gigantea).
Η μετάβαση από ένα επίπεδο του τύπου σπόγγου σε μία οργάνωση του τύπου ανεμώνης απαντά πάντα στο συνεχές ερώτημα: πώς να φάω; Αυτή η ομάδα ανέπτυξε μία νέα τεχνική που συνίσταται στην ώθηση της τροφής προς μία κοιλιά (γαστρική κοιλότητα) όπου πραγματοποιείται η πέψη της χωρίς τον κίνδυνο να διαφύγει.
Αυτή η καινοτόμος στρατηγική τους επιτρέπει να τρέφονται με μεγαλύτερα θηράματα (αυτά που οι σπόγγοι δεν μπορούν να διηθήσουν). Κατά την προοδευτική απόκτηση των ζωικών λειτουργιών, αυτή η εξέλιξη προϋποθέτει δύο πράγματα: τα κύτταρα ειδικεύονται (απόκτηση νευρικών και μυϊκών κυττάρων που επιτρέπουν συντονισμένες κινήσεις) και ο οργανισμός αποκτά την ικανότητα υιοθέτησης καθορισμένου σχήματος (μορφογένεση), ώστε μπορούν αποτελεσματικοί πλόκαμοι να οδηγούν τη λεία σε μία αποτελεσματική γαστρική κοιλότητα.
Σκώληκας (κινητότητα και πεπτικός σωλήνας)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μία ιατρική βδέλλα (Hirudo medicinalis).
Η οργάνωση του τύπου σκώληκα είναι μία νέα απάντηση στο θεμελιώδες ζήτημα του ζωικού βασιλείου, την εύρεση τροφής. Η βασική στρατηγική των οργανισμών τύπου «σκώληκα» (σκωληκόμορφα) είναι η μετακίνηση προς αναζήτηση τροφής, αντί να περιμένουν μέχρι να περάσει αυτή από κοντά. Αυτή η στρατηγική επιτρέπει ειδικά την εκμετάλλευση οργανικών αποβλήτων, τα οποία ενδεχομένως έχουν υψηλή διατροφική αξία, αλλά δεν μετακινούνται.
Πέραν των σπόγγων κα των πολυπόδων, όλοι οι πολύπλοκοι οργανισμοί είναι αμφίπλευρα και προέρχονται από ένα θεμελιώδες σχήμα: τον σωλήνα. Η ανάπτυξη είναι οργανωμένη γύρω από τον άξονα κεφαλή/ουρά από τη μία μεριά, και τον άξονα ράχη/κοιλία από την άλλη. Αυτοί οι δύο άξονες παράγουν ένα σχέδιο ενός συνόλου του οποίου οι πλευρές δεξιά και αριστερά τείνουν να είναι συμμετρικές, εξού και και η ονομασία τους αμφίπλευρα.
Οι πλέον απλοί σκώληκες σημειώνουν ένα επιπλέον ποιοτικό βήμα εν σχέσει με τα κνιδόζωα: τα νευρικά κύτταρα οργανώνονται σε ένα συνεκτικό νευρικό σύστημα, πρωτότυπο από το οποίο θα προέλθει ο εγκέφαλος των ανώτερων ζώων. Είναι αυτή η ικανότητα εθελούσιας μετατόπισης και αντίδρασης στο περιβάλλον που μας κάνει να θεωρούμε ο βαθμός οργανώσεως των σκωληκόμορφων είναι πραγματικά το πρώτο στάδιο "ζώου".
Η δεύτερη μεγάλη εφεύρεση των σκωλήκων (που απουσιάζει στους πλατυέλμινθες) είναι η παρουσία τροφικού διαύλου και πεπτικής λειτουργίας: στο ένα άκρο, ένα στόμα εισάγει την τροφή, στο άλλο, ένας πρωκτός εξάγει τα απόβλητα. Μεταξύ του «εξωτερικού σωλήνα» που σχηματίζει το δέρμα (εξώδερμα) και του «εσωτερικού σωλήνα» (ενδόδερμα) που είναι ο πεπτικός δίαυλος, ένας ενδιάμεσος ιστός, το μεσόδερμα, μπορεί να αναπτυχθεί και να σχηματίσει εσωτερικά όργανα περισσότερο ή λιγότερο πολύπλοκα.
Η εφεύρεση του πεπτικού σωλήνα από την προγονική γαστρική κοιλότητα φαίνεται να έχει πραγματοποιηθεί δύο φορές. Στα Πρωτοστόμια, τα δύο ανοίγματα του πεπτικού σωλήνα σχηματίσθηκαν από έναν βλαστοπόρο, του οποίου τα χείλη πλησίασαν για να σχηματίσουν ένα δίαυλο με διαμήκη συγκόλληση. Στα Δευτεροστόμια, το άνοιγμα του βλαστοπόρου μετατρέπεται σε πρωκτό, ο τροφικός δίαυλος σχηματίζεται από μία μετέπειτα διάτρηση που θα εξελιχθεί προς το στόμα.
Από τους σκώληκες προέρχεται και μία δεύτερη μείζων εξελικτική προσαρμογή: η αυλάκωση (μεταμέρεια). Αυτή η εφεύρεση φαίνεται εξίσου να έχει πραγματοποιηθεί σε πολλούς διαφορετικούς κλάδους.
Ακτινωτή έκρηξη των σκωληκόμορφων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ένας πλατυέλμινς (Pseudobiceros gloriosus)
Η απόκτηση του πεπτικού σωλήνα και της ικανότητας της εθελουσίας μετατοπίσεως (ερπυσμός) ήταν η συνταγή της επιτυχίας: οι σκωληκόμορφοι οργανισμοί γίνονται αρκετά ευπροσάρμοστοι και μπορούν να αποτελέσουν τη βάση πολυποίκιλων τρόπων ζωής. Είναι αυτό που ονομάζουμε ακτινωτή έκρηξη: από ένα σχήμα κοινής βάσεως, οι μορφές παίρνουν δρόμους που αποκλίνουν, σαν να εκπέμπονται ακτινωτά από μία κεντρική έκρηξη. Όλα τα άλλα πιο εξελιγμένα σχήματα οργάνωσης στηρίζονται σε αυτόν τον θεμελιώδη τύπο: είναι σκώληκες λίγο πιο σύνθετοι.
Οι κύριες ομάδες που εμπίπτουν στο επίπεδο οργανώσεως σκωληκόμορφου είναι:
- οι Πλατυέλμινθες (έλμινς=σκώληκας), ιδιαίτερα οι πλανάριες, γενικά απλής οργάνωσης·
- οι Νηματώδεις, είναι οι πλέον τυπικοί αντιπρόσωποι σκωλήκων χωρίς μεταμέρεια·
- οι Δακτυλιοσκώληκες είναι οι στοιχειώδεις αντιπρόσωποι της μορφής οργάνωσης που εμφανίζει μεταμέρεια.
Το επίπεδο οργανώσεως τύπου σκωληκόμορφου δεν διατηρείται σε όλα τα αμφίπλευρα. Οργανισμοί όπως τα Χιτωνόζωα μοιάζουν περισσότερο με τους σπόγγους ή τα κοράλλια από ότι στους σκώληκες, το οποίο είναι γενικά η περίπτωση μορφών που επιστρέφουν σε ένα βλαστικό τρόπο ζωής.
Τέλος, αυτή η μορφή οργάνωσης γίνεται όλο και πιο σύνθετη με τρεις διαφορετικούς τρόπους. Αυτών των νέων μορφών τα σκληρά μέρη θα μπορούν να αφήσουν απολιθώματα:
- Τα Μαλάκια, που αποκτούν μια άκαμπτη και στέρεη δομή με τη μορφή κοχυλιού·
- Τα Αρθρόποδα, που οργανώνονται στο εσωτερικό ενός εξωσκελετού·
- Τα Σπονδυλωτά, που οργανώνονται γύρω από έναν εσωτερικό σκελετό.
Ανώτερες μορφές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μαλάκια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ένα κοινό χταπόδι
Τα Μαλάκια εξελίχθηκαν από μία οργάνωση τύπου σκώληκα. Το λειτουργικό χαρακτηριστικό που φαίνεται να κατέστησε τα πρώιμα μαλάκια ήταν η θωράκιση, επιτρέποντάς τους να προστατεύονται από δραστήριους θηρευτές: η απόκτηση ασβεστολιθικών πλακών που προστατεύουν τη ραχιαία περιοχή. Αυτά τα πρωτόγονα μαλάκια πρέπει άρα να έμοιαζαν με τα Πολυπλακοφόρα, αλλά αυτός ο τύπος είναι σήμερα πολύ περιθωριακός.
Τα μαλάκια συμπεριλαμβάνουν τις ακόλουθες σημαντικές ομοταξίες:
- Τα Γαστερόποδα (σαλιγκάρια, γυμνοσάλιαγκες, γυμνοβράγχια, κτλ.)
- Τα Δίθυρα (μύδια, στρείδια, κτλ.)
- Τα Κεφαλόποδα (χταπόδια, καλαμάρια, σουπιές, κτλ.)
Κύριο λήμμα: Μαλάκια
Αρθρόποδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ένας μονάρχης (Danaus plexippus).
Πάνω στον γενική συνταγή των σκωλήκων, τα αρθρόποδα προσέθεσαν πολυάριθμες καινοτομίες:
- Η μεταμέρεια, κοινή και σε πολλούς άλλους οργανισμούς, η οποία συνίσταται στη δόμηση του σώματος από αλλεπάλληλα ανατομικά όμοια τμήματα.
- Ο σχηματισμός βαδιστικών ποδών. Βαδιστικές δομές εμφανίζονται και σε ορισμένους σκώληκες.
- Η μετάπλαση της επιδερμίδας σε έναν άκαμπτο σκελετό, τον εξωσκελετό.
Αυτή η επιτυχής συνταγή αντιστοιχεί στη γενική μορφή των μυριαπόδων. Είχε γίνει αμέσως η αρχή μίας νέας ακτινωτής εκρήξεως, που εξερεύνησε διάφορες συνταγές για να αναπτύξει πολλών ειδών εξαρτήματα, όπως μασητικά, συλληπτήρια, βαδιστικά, συζευκτικά, κολυμβητικά κ.ά.
Ο κλάδος των αρθροπόδων περιέχει μακράν τα περισσότερα είδη και τα περισσότερα άτομα ολόκληρου του ζωικού βασιλείου. Τα αρθρόποδα μετράνε πάνω από ενάμισυ εκατομμύριο σωζόμενα είδη. Η κεντρική ερώτηση που φαίνεται να διέπει την ποικιλότητά τους: πόσα πόδια χρειάζονται για να μετακινηθούν;
Κύριο λήμμα: Αρθρόποδα
Σκώληκες κολυμβητικοί: οι ιχθύες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ένας μανδαρίνος, ένα παράδειγμα οστεϊχθύ.
Το κύριο χαρακτηριστικό που δόμησε αρχικά αυτήν τη ζωική ομάδα ήταν η ικανότητά κολυμβήσεως στο νερό (πράγμα άγνωστο και στα πρωτόγονα μαλάκια, και στα πρωτόγονα αρθρόποδα).
Αλλά αυτή η ικανότητα δεν οδήγησε σε ακτινωτή έκρηξη: από μόνη της, δεν παρέχει επαρκή λειτουργική αυτονομία ώστε να μπορέσουν οι οργανισμοί να ειδικευθούν πολύ ελεύθερα.
Η ιστορία αυτού του κλάδου φαίνεται κοπιαστική: η σταδιακή ανακάλυψη της κεφαλής και της γνάθου, στη συνέχεια η εξερεύνηση των άκρων ως το στάδιο τετράποδου και τέλος, η κατάκτηση του γεμάτου αέρα περιβάλλοντος, οδήγησαν στην ακτινωτή έκρηξη των επιτέλους πολυδύναμων σαυρίων.
Κύριο λήμμα: Ψάρι
Τετράποδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αναπαράσταση ενός υδρόβιου τετραποδόμορφου, Acanthostega.Κύρια λήμματα: Αμφίβια, Ερπετά, Πτηνά και Θηλαστικά
Τα τετράποδα, ζώα με τέσσερα πόδια, πραγματοποίησαν ακτινωτή έκρηξη αφού κατέκτησαν την ικανότητα να μετακινούνται επάνω στη γη. Ωστόσο, ορισμένες ομάδες ειδών όπως τα κητώδη ή τα φίδια δεν διατήρησαν, λόγω της εξελίξεώς τους, παρά ίχνη των άκρων τους.
Τα τετράποδα περιλαμβάνουν ζωα πραγματικά διαφορετικών μεγεθών, από μικροσκοπικά θηλαστικά ως την γαλάζια φάλαινα η οποία είναι το μεγαλύτερο γνωστό ζώο όλων των εποχών, αλλά δεν αντιπροσωπεύουν παρά ένα ελάχιστο μέρος όλων των ζωντανών ειδών (λίγο περισσότερο από 2%) και της βιομάζας. Παρόλα αυτά, συγκαταλέγονται μεταξύ των πλέον γνωστών στον άνθρωπο ζώων των οποίων ο ίδιος αποτελεί μέρος. Αν και ο άνθρωπος προσπαθούσε, τουλάχιστον από τον Αριστοτέλη, να κατατάξει τα διάφορα είδη σε ομογενείς ομάδες, κατόρθωσε να κατανοήσει τη φυλογένεση αυτής της ομάδας μόνο στο τέλος του 19ου αιώνος. Σήμερα θεωρούμε ότι αυτή η ομάδα αποτελείται από τα αμφίβια, τα Σαυρόψιδα (δηλαδή τα ερπετά και τα πτηνά) και τα θηλαστικά.
- Αμφίβια: Αυτά τα τετράποδα χαρακτηρίζονται από γεμάτο αδένες υγρό γυμνό δέρμα. Περνούν ένα μέρος της ζωής τους ως απόλυτα υδρόβιοι οργανισμοί και το υπόλοιπο ως χερσαίοι, εξ ου και το όνομά τους.
- Ερπετά: Αυτά τα τετράποδα χαρακτηρίζονται από την παρουσία φολίδων.
- Πτηνά: Αυτά τα τετράποδα χαρακτηρίζονται από την παρουσία φτερών.
- Θηλαστικά: Η ακτινωτή έκρηξη των θηλαστικών, η πλέον πρόσφατη, υπήρξε ως συνέπεια της εξαφάνισης των δεινοσαύρων.
Τα θηλαστικά ταυτοποιούνται γενικά από την κάλυψη του δέρματός τους, τουλάχιστον εν μέρει, από τρίχωμα. Το γεγονός ότι τα θηλυκά θηλάζουν τα μικρά τους είναι εξίσου χαρακτηριστικό της ομάδας.Ζώα
Χρονικό πλαίσιο απολιθωμάτων:Κρυογενής - Σήμερα, 670-0 MaΑδαίοςΑρχαιοζωικόςΠροτεροζωικόςΦα.
[[εικόνα:|300px|]]Συστηματική ταξινόμηση
Επικράτεια: Ευκαρυώτες και ευακαριωτισσεςΒασίλειο: ΖώαΦύλα[εμφάνιση]Κατάλογος των ζωικών φύλων
Συνώνυμα
- Μετάζωα
Τα Ζώα είναι πολυκύτταροι ευκαρυωτικοί οργανισμοί οι οποίοι σχηματίζουν ιδιαίτερο βασίλειο με την επιστημονική ονομασία Animalia. Κατά κανόνα τα περισσότερα ζώα είναι ετερότροφα, αναπνέουν οξυγόνο, μπορούν να κινούνται, αναπαράγονται εγγενώς και κατά την πρώιμη εμβρυϊκή ανάπτυξή τους σχηματίζουν μία κοίλη σφαίρα κυττάρων, το βλαστίδιο. Έχουν περιγραφεί περισσότερα από 1,5 εκατομμύρια αρτίγονα είδη ζώων-εκ των οποίων περίπου το 1 εκατομμύριο είναι έντομα-αλλά υπολογίζεται ότι συνολικά ξεπερνούν τα 7 εκατομμύρια. Το μήκος των ζώων κυμαίνεται από 8,5 χιλιοστόμετρα έως 33,6 μέτρα. Παρουσιάζουν πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους και με το περιβάλλον τους, δημιουργώντας περίπλοκα τροφικά πλέγματα. Η επιστήμη που μελετά τα ζώα ονομάζεται ζωολογία.
Τα περισσότερα είδη ζώων ανήκουν στον κλάδο των αμφίπλευρων (Bilateria), δηλαδή το σώμα τους έχει αμφίπλευρη συμμετρία (διαχωρίζεται από ένα μοναδικό επίπεδο σε δύο κατοπτρικά ημίσεα, ένα δεξί και ένα αριστερό). Στα αμφίπλευρα περιλαμβάνονται τα πρωτοστόμια-στα οποία με την σειρά τους ανήκουν πολλές ομάδες ασπονδύλων όπως οι νηματώδεις, τα αρθρόποδα και τα μαλάκια-και τα δευτεροστόμια, όπου ανήκουν τα εχινόδερμα και τα χορδωτά (περιλαμβάνουν τα σπονδυλωτά). Διάφορες μορφές ζωής της εδιακάριας περιόδου του ύστερου προκάμβριου θεωρούνται από πολλούς ότι αποτελούν πρώιμα ζώα. Ωστόσο τα περισσότερα σύγχρονα ζωικά φύλα κάνουν σαφή εμάνιση στο αρχείο των απολιθωμάτων ως θαλλάσια είδη κατά την διαρκεια της κάμβριας έκρηξης περίπου 542 εκατομμύρια χρόνια πριν. Από την άλλη έχουν ταυτοποιηθεί 6,331 ομάδες γονιδίων που είναι κοινά σε όλα τα ζώα· πιθανώς αποτελούν κληρονομιά ενός μοναδικού κοινού προγόνου ο οποίος υπολογίζεται ότι έζησε περίπου 650 εκατομμύρια χρόνια πριν, κατά την Κρυογενή περίοδο.
Ο Αριστοτέλης είχε διαιρέσει τα ζώα σε δύο κατηγορίες ανάλογα με την παρουσία ή μη αίματος. Ο Κάρολος Λινναίος είναι ο δημιουργός του πρώτου ιεραρχικού συστήματος βιολογικής ταξινόμησης των ζώων, του Systema Naturae το 1758, το οποίο ο Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ επέκτεινε σε 14 φύλα το 1809. Το 1874, ο Ερνστ Χέκελ διαχώρισε τα ζώα στα πολυκύτταρα Μετάζωα (πλέον συνώνυμο του όρου Ζώα) και στα Πρωτόζωα, μονοκύτταρους οργανισμούς οι οποίοι δεν θεωρούνται πια ζώα. Στην σύγχρονη εποχή, η βιολογική ταξινόμηση των ζώων βασίζεται σε προχωρημένες τεχνικές, όπως η μοριακή φυλογένεση, που μπορούν να αποκαλύψουν με ακρίβεια τις εξελικτικές σχέσεις μεταξύ των ζωικών τάξων.
Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πολλά ζώα για παροχή τροφής, όπως κρέατος, γάλακτος και αβγών, για πρώτες ύλες, όπως δέρμα και μαλλί, ως κατοικίδια και ως ζώα εργασίας είτε για την δύναμή τους είτε για μεταφορές. Οι σκύλοι χρησιμοποιούνται παραδοσιακά στο κυνήγι, ενώ πολλά άλλα χερσαία και υδρόβια ζώα αποτελούν τα θηράματα του κυνηγιού. Επίσης τα ζώα εμφανίζονται στην τέχνη ήδη από πολύ νωρίς και παρουσιάζονται στην μυθολογία και την θρησκεία.






ΦΥΣΗ
Φύση: από το αρχαιοελληνικό φύω φυτρώνω, θεριεύω, αναπτύσσομαι. Πολλές φορές η εστίαση στο φυσικό περιβάλλον ως μία συνολική έννοια γίνεται εφικτή με την χρήση του όρου "φύση" καθώς ο όρος του περιβάλλοντος εμπεριέχει μία ανθρωποκεντρική αντίληψη, φανερώνει μία οπτική για το όλον η οποία ξεκινάει από τον άνθρωπο και κατευθύνεται σε όλα αυτά που βρίσκονται γύρω του, χωρίς όμως απαραίτητα να συμπεριλαμβάνει και τον εαυτό του. Η φύση, με την ευρύτερή της έννοια, αναφέρεται στο φαινόμενο του φυσικού κόσμου και της ζωής γενικότερα.
Ειδικότερα όμως στην οικονομία η φύση αποτελεί τον κυρίαρχο χώρο αγαθών της πρωτογενούς παραγωγής καθώς επίσης και τον πρώτο συντελεστή της παραγωγής γενικότερα.
Με τον όρο φυτό χαρακτηρίζεται ένας από τους τύπους με τους οποίους εμφανίζεται η ζωή στη Γη. Ο όρος φυτό είναι γενική ονομασία που δίνεται στα ποώδη, θαμνώδη και δενδρώδη ζώντα είδη. Τα Φυτά (Plantae) αποτελούν ένα από τα τέσσερα βασίλεια (μαζί με τα Ζώα, τα Πρώτιστα και τους Μύκητες) που σχηματίζουν το υπερβασίλειο των Ευκαρυωτικών οργανισμών (Ευκάρυα). Μέχρι το 2010 είχαν βρεθεί 300-315 χιλιάδες είδη φυτών, εκ των οποίων τα 260-290 χιλιάδες ήταν Σπερματόφυτα.
Σαφή όρια μεταξύ των ζώων και των φυτών είναι δύσκολο να ανευρεθούν και, τις περισσότερες φορές, η διάκριση αυτών είναι τεχνητή, ιδιαίτερα στο επίπεδο των μικροοργανισμών. Τούτο είναι δε πολύ φυσικό αφού και οι δύο κατηγορίες φέρονται να εξελίχθηκαν από ίδιους προγονικούς παράγοντες. Τα ανώτερα, όμως, φυτά διακρίνονται σαφώς από τα ζώα. Ως κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα των φυτών (φυτικών οργανισμών) προβάλλονται: η αδυναμία μετακίνησης και μερική έλλειψη αισθήσεων, η παρουσία χλωροφύλλης και η θρέψη αυτών από ανόργανες ενώσεις με την λειτουργία της φωτοσύνθεσης. Επίσης, η παρουσία στα φυτικά κύτταρα της κυτταρίνης, που λείπει τελείως στα ζωικά, είναι εκείνη που αποτελεί και τον ασφαλέστερο χαρακτήρα των φυτών. Η επιστήμη που εξετάζει τα φυτά ονομάζεται Φυτολογία ή Βοτανολογία
Ορισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα φυτά είναι μια από τις δύο ομάδες στις οποίες παραδοσιακά χωρίζονται οι οργανισμοί· η άλλη είναι τα ζώα. Η διαίρεση χρονολογείται τουλάχιστον από τον Αριστοτέλη (384 π.Χ. - 322 π.Χ.), ο οποίος διέκρινε σε φυτά, που γενικά δεν κινούνται, και σε ζώα, τα οποία συχνά κινούνται για να πιάσουν την τροφή τους. Πολύ αργότερα, όταν ο Λινναίος (1707-1778) δημιούργησε τη βάση του σύγχρονου συστήματος επιστημονικής ταξινόμησης, οι δύο αυτές ομάδες έγιναν τα βασίλεια Vegetabilia (αργότερα Metaphyta ή Φυτά) και Animalia (ονομάζονται επίσης Μετάζωα). Από τότε έχει καταστεί σαφές ότι στο φυτικό βασίλειο, όπως είχε αρχικά οριστεί, περιλαμβάνονταν αρκετές άσχετες ομάδες, όπως οι μύκητες και αρκετές ομάδες φυκών, οι οποίες αφαιρέθηκαν και ταξινομήθηκαν σε νέα βασίλεια. Ωστόσο, οι εν λόγω οργανισμοί εξακολουθούν να θεωρούνται συχνά φυτά, κυρίως σε δημοφιλή πλαίσια.
Έξω από τα επίσημα επιστημονικά πλαίσια, ο όρος "φυτό" υπονοεί συσχετισμό με ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως το να είναι ο οργανισμός πολυκύτταρος, να διαθέτει κυτταρίνη, και να έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει φωτοσύνθεση.
Τρέχοντες ορισμοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Όταν το όνομα φυτό χρησιμοποιείται για μια συγκεκριμένη ομάδα οργανισμών ή ταξινομική βαθμίδα, συνήθως αναφέρεται σε μία από τρεις έννοιες. Από την στενότερη στην ευρύτερη, υπάρχουν αυτές οι τρεις κατηγοριοποιήσεις:
Όνομα Περιγραφή
Χερσαία φυτά, γνωστά και ως Εμβρυόφυτα ή Μετάφυτα. Αυτή η ομάδα περιλαμβάνει τα βρύα και τα τραχειόφυτα, καθώς και τα απολιθωμένα φυτά που μοιάζουν με τις επιζήσασες ομάδες.
Πράσινα φυτά - γνωστά και ως Χλωροβιοτά και Viridiplantae Αυτή η ομάδα περιλαμβάνει τα χερσαία φυτά συν διάφορες ομάδες χλωροφυκών, μαζί με τα χαρόφυτα. Οι ομάδες αυτές διαφέρουν πολύ τα Viridiplantae περιλαμβάνουν την ομάδα οργανισμών που έχουν χλωροφύλλη α και β, πλαστίδια που περιορίζονται από δύο μεμβράνες και κυτταρίνη στο κυτταρικό τοίχωμά τους.
Αρχαιοπλάστιδα Αυτή η ομάδα περιλαμβάνει επιπλέον τα Ροδόφυτα και τα Γλαυκόφυτα.
Φύκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Πράσινα φύκηΚύριο λήμμα: Φύκη
Τα φύκη περιλαμβάνουν πολλές διαφορετικές ομάδες οργανισμών που παράγουν ενέργεια μέσω της φωτοσύνθεσης και για το λόγο αυτό έχουν συμπεριληφθεί στο φυτικό βασίλειο και στο παρελθόν. Τα πιο εμφανή από τα φύκια είναι τα θαλάσσια φύκια, πολυκύτταρα φύκη που μπορεί να μοιάζουν σχεδόν με τα χερσαία φυτά, αλλά κατατάσσονται μεταξύ των καφέ, κόκκινων και πράσινων φυκών. Κάθε μια από αυτές τις ομάδες φυκών περιλαμβάνει επίσης διάφορους μικροσκοπικούς και μονοκύτταρους οργανισμούς. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι κάποιες από αυτές τις ομάδες φυκών προέκυψαν ανεξάρτητα από ξεχωριστούς μη φωτοσυνθετικούς προγόνους, με αποτέλεσμα πολλές ομάδες φυκών να μην κατατάσσονται πλέον στο φυτικό βασίλειο, όπως αυτό ορίζεται εδώ.
Τα πράσινα φυτά - πράσινα φύκη και χερσαία φυτά - σχηματίζουν ένα κλάδο, μια ομάδα που αποτελείται από όλους τους απογόνους ενός κοινού προγόνου. Με λίγες εξαιρέσεις μεταξύ των πράσινων φυκών, όλα τα πράσινα φυτά έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένων των κυτταρικών τοιχωμάτων που περιέχουν κυτταρίνη, των χλωροπλαστών που περιέχουν χλωροφύλλη α και β, και της αποθήκευσης τροφίμων με τη μορφή αμύλου. Υφίστανται μίτωση χωρίς κεντρύλλια και συνήθως έχουν μιτοχόνδρια με επίπεδα ακρολόφια. Οι χλωροπλάστες των πράσινων φυτών περιβάλλονται από δύο μεμβράνες, γεγονός που υποδηλώνει ότι προέρχονται απευθείας από ενδοσυμβιωτικά κυανοβακτήρια.
Δύο επιπλέον ομάδες, τα Ροδόφυτα (κόκκινα φύκια) και τα Γλαυκόφυτα, έχουν επίσης χλωροπλάστες που φαίνεται να προέρχονται απευθείας από ενδοσυμβιωτικά κυανοβακτήρια, αν και διαφέρουν ως προς τις χρωστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη φωτοσύνθεση και έτσι έχουν διαφορετικό χρώμα. Και οι τρεις ομάδες μαζί γενικά πιστεύεται ότι έχουν μια ενιαία κοινή καταγωγή, και έτσι ταξινομούνται μαζί στην ταξινομική ομάδα Αρχαιοπλάστιδα, της οποίας το όνομα υπονοεί ότι οι χλωροπλάστες ή πλαστίδια όλων των μελών της ταξινομικής μονάδας προήλθαν από ένα ενιαίο αρχαίο ενδοσυμβιωτικό γεγονός. Αυτός είναι ο ευρύτερος σύγχρονος ορισμός των φυτών.
Αντιθέτως, τα περισσότερα άλλα φύκια (π.χ. ετεροκοντόφυτα, απτόφυτα, δινομαστιγωτά, και ευγλήνες) όχι μόνο έχουν διαφορετικές χρωστικές, αλλά έχουν και χλωροπλάστες που περιβάλλονται από τρεις ή τέσσερις μεμβράνες. Δεν είναι στενοί συγγενείς των αρχαιοπλάστιδων, έχοντας προφανώς αποκτήσει χλωροπλάστες ξεχωριστά από αφομοιωθέντα ή συμβιωτικά πράσινα και κόκκινα φύκια. Επομένως, δεν περιλαμβάνονται ακόμη και στον ευρύτερο σύγχρονο ορισμό του φυτικού βασιλείου, αν και ανήκαν σε αυτό στο παρελθόν.
Μύκητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Μύκητας
Η ταξινόμηση των μυκήτων ήταν αμφιλεγόμενη μέχρι πολύ πρόσφατα στην ιστορία της βιολογίας. Η αρχική ταξινόμηση του Λινναίου τοποθετούσε τους μύκητες στα φυτά, δεδομένου ότι αναμφισβήτητα δεν ήταν ζώα ή ορυκτά και αυτή ήταν η μόνη άλλη εναλλακτική λύση. Με μεταγενέστερες εξελίξεις στη μικροβιολογία, τον 19ο αιώνα ο Ερνστ Χέκελ αισθάνθηκε ότι ένα τρίτο βασίλειο ήταν αναγκαίο για την κατάταξη των μικροοργανισμών που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα. Η εισαγωγή του νέου βασιλείου Πρώτιστα εκτός από Φυτά και Ζώα, οδήγησε σε αβεβαιότητα ως προς το αν οι μύκητες πραγματικά ήταν ορθότερα ταξινομημένοι στα φυτά ή αν θα έπρεπε να επαναταξινομηθούν ως πρώτιστα. Ο ίδιος ο Χέκελ δυσκολεύτηκε να αποφασίσει και μόνο το 1969 βρέθηκε μια λύση, σύμφωνα με την οποία ο Robert Whittaker πρότεινε τη δημιουργία του βασιλείου των μυκήτων. Μοριακά στοιχεία έχουν δείξει ότι από ο τελευταίος κοινός πρόγονος των μυκήτων ήταν ίσως πιο παρόμοιος με αυτόν των ζώων από ότι με αυτόν των φυτών ή οποιουδήποτε άλλου βασιλείου.
Η αρχική ανακατάταξη του Whittaker βασίστηκε στις θεμελιώδεις διαφορές στη διατροφή μεταξύ των μυκήτων και των φυτών. Σε αντίθεση με τα φυτά, τα οποία αποκτούν γενικά άνθρακα μέσω της φωτοσύνθεσης, και έτσι ονομάζονται αυτότροφοι φωτότροφοι οργανισμοί, οι μύκητες αποκτούν άνθρακα από την αποικοδόμηση και απορρόφηση γύρω υλικών, και έτσι ονομάζονται ετερότροφοι σαπρότροφοι. Επιπλέον, η υποδομή των πολυκύτταρων μυκήτων είναι διαφορετική από εκείνη των φυτών, λαμβάνοντας τη μορφή πολλών μικροσκοπικών νημάτων που ονομάζονται υφές, οι οποίες μπορεί να υποδιαιρούνται περαιτέρω σε κύτταρα ή μπορεί να σχηματίζουν ένα συγκύτιο που περιέχει πολλούς ευκαρυωτικούς πυρήνες. Τα καρποφόρα όργανα, εκ των οποίων τα μανιτάρια είναι πιο γνωστό παράδειγμα, είναι οι αναπαραγωγικές δομές των μυκήτων, και είναι διαφορετικές από οποιεσδήποτε δομές των φυτών.
Ποικιλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει τον εκτιμώμενο αριθμό των ειδών πρασίνων φυτών (Viridiplantae) ανά ομάδες. Στον πίνακα φαίνεται ότι υπάρχουν τουλάχιστον 300.000 ζώντα είδη, εκ των οποίων τα περισσότερα ανήκουν στα αγγειόσπερμα. (Σημ.: Επειδή τα δεδομένα είναι από διαφορετικές πηγές και διαφορετικές ημερομηνίες, δεν είναι κατ' ανάγκη συγκρίσιμα, και, όπως όλες οι εκτιμήσεις περί αριθμών ειδών, υπόκεινται σε κάποιον βαθμό αβεβαιότητας.)
Ποικιλία των τάξεων των ζώντων φυτών
Ανεπίσημη ομάδα Όνομα τάξης Κοινό όνομα Αριθμός ζώντων ειδών
Πράσινα Φύκη Χλωρόφυτα πράσινα φύκη (χλωρόφυτα) 3,800 [4] - 4,300 [5]
Χαρόφυτα πράσινα φύκη 2,800;[6] 4,000-6,000 [7]
Βρυόφυτα Ηπατικά βρύα Ηπατήτις 6,000-8,000 [8]
Ανθοκεροτόφυτα κερασφόρα βρύα 100-200 [9]
Βρύα 12,000 [10]
Πτεριδόφυτο Λυκοποδιόμορφα 1,200 [11]
Πτεριδόφυτα φτέρες 11,000 [11]
Σπερματόφυτα Κυκαδόφυτα Κύκας 160 [12]
Γκιγκόφυτα γκίνκο 1 [13]
Πευκόφυτα κωνοφόρα 630 [11]
Γνητόφυτα γνετόφυτα 70 [11]
Αγγειόσπερμα ανθόφυτα 258,650 [14]
Εξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η εξέλιξη των φυτών έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των επιπέδων της πολυπλοκότητας, από τα πρώτα φύκια, μέσα από τα βρυόφυτα, τα λυκόποδα, τις φτέρες στα σύνθετα γυμνόσπερμα και αγγειόσπερμα του σήμερα. Οι ομάδες που εμφανίστηκαν νωρίτερα συνεχίζουν να αναπτύσσονται, ιδίως στο περιβάλλον στο οποίο εξελίχθηκαν.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα πρώτα φύκη σχηματίστηκαν πάνω στη γη 1.200 εκατομμύρια χρόνια πριν, αλλά δεν ήταν μέχρι την Ορδοβίκια περίοδο, περίπου 450 εκατομμύρια χρόνια πριν, που τα χερσαία φυτά εμφανίστηκαν. Ωστόσο, νέα στοιχεία από τη μελέτη των αναλογιών των ισοτόπων του άνθρακα σε βράχους του Προκάμβριου έχει δείξει ότι τα σύνθετα φωτοσυνθετικά φυτά αναπτύχθηκαν πάνω στη γη πριν από 1 δις χρόνια. Αυτά ξεκίνησαν να διαφοροποιούνται προς το τέλος της Σιλούριας περιόδου, περίπου 420 εκατομμύρια χρόνια πριν, και τα αποτελέσματα της διαφοροποίησής τους εμφανίζονται με αξιοσημείωτη λεπτομέρεια σε σύμπλεγμα απολιθωμάτων του πρώιμου Δεβονίου από τον πυριτόλιθο του Rhynie ("Rhynie chert", Rhynie, Σκωτία). Σε αυτόν τον πυριτόλιθο διατηρούνται τα πρώτα φυτά με κυτταρική λεπτομέρεια, απολιθωμένα σε ηφαιστειακές πηγές. Έως τα μέσα της Δεβόνιας Περιόδου τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά που αναγνωρίζονται στα φυτά σήμερα είναι παρόντα, συμπεριλαμβανομένων των ριζών, των φύλλων και του δευτερεύοντος ξύλου, και μέχρι το ύστερο Δεβόνιο είχαν αναπτυχθεί οι σπόροι. Τα φυτά του ύστερου Δεβονίου είχαν έτσι φτάσει έτσι σε ένα βαθμό πολυπλοκότητας που τους επέτρεψε και να σχηματίσουν δάση ψηλών δέντρων. Η εξελικτική καινοτομία συνεχίστηκε και μετά την Δεβόνια περίοδο. Οι περισσότερες ομάδες φυτών ήταν σχετικά αλώβητες από την Πέρμια-Τριασική εξαφάνιση, αν και οι δομές των κοινοτήτων αλλάξαν. Αυτό ίσως να προετοίμασε το σκηνικό για την ανάπτυξη των ανθοφόρων φυτών στο Τριαδικό (~ 200 εκατομμύρια χρόνια πριν), η οποία ανάπτυξη ήταν εκρηκτική στην Κρητιδική περίοδο και το Τριτογενές. Η τελευταία μεγάλη ομάδα φυτών που αναπτύχθηκε ήταν τα χόρτα, τα οποία έγιναν σημαντικά στα μέσα του Τριτογενούς, πριν από περίπου 40 εκατομμύρια χρόνια. Τα χόρτα, καθώς και πολλές άλλες ομάδες, ανέπτυξαν νέους μηχανισμούς μεταβολισμού για να επιβιώσουν των χαμηλών συγκεντρώσεων CO2 και των θερμών και ξηρών συνθηκών στους τροπικούς τα τελευταία 10 εκατομμύρια
Διάκριση με βάση τη διατροφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Σχετικά με την ικανότητα της διατροφής τους, τα φυτά διακρίνονται σε αυτότροφα και ετερότροφα. Αυτότροφα είναι τα φυτά εκείνα που χάρη στην παρουσία της χλωροφύλλης που απορροφά την ακτινοβολούμενη ενέργεια του ηλιακού φωτός είναι ικανά να αυξήσουν το σώμα τους, μετατρέποντας τις ανόργανες ουσίες του εδάφους και του αέρα σε οργανικές συνθέσεις. Τα ετερότροφα φυτά είναι εκείνα που είναι ανίκανα για μια αυτόνομη ζωή και ζουν σε βάρος άλλων οργανισμών (παράσιτα) ή αναπτύσσονται πάνω σε οργανικές ουσίες που βρίσκονται σε κατάσταση αποσύνθεσης (σαπρόφυτα).
Διάκριση με βάση τη μορφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα φυτά ανάλογα με τη μορφή τους διακρίνονται σε: ξυλώδη (π.χ. δέντρα), στα οποία ο βλαστός και τα κλαδιά είναι ξυλοποιημένα, σε θαμνώδη, που δεν έχουν πραγματικό κορμό, αλλά ξυλοποιημένα κλαδιά που φυτρώνουν από το έδαφος, σε φρυγανώδη, σε αναρριχώμενα και σε ποώδη.
Επίσης τα φυτά διακρίνονται σε καλλιεργούμενα, σε άγρια, σε φυτά των τοίχων, σε φυτά φαρμακευτικά, που χρησιμεύουν στην Ιατρική ως φάρμακα, σε δηλητηριώδη κ.ά. Επίσης σε ξηρόφυτα που ζουν σε ξερά περιβάλλοντα, σε υδρόφυτα που προτιμούν ποσότητα νερού, σε θερμόφιλα, σε ψυχρόφιλα κλπ.
Μορφολογία των φυτών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Μορφολογία φυτών
Γενικά η μορφολογία των φυτών ασχολείται τόσο με τη μορφή, τη κατασκευή και τα μέρη των φυτών, όσο και με τις σχέσεις αυτών μεταξύ τους και με το σύνολο στο χώρο τους. Σημαντικό αντικείμενο επίσης είναι η αναζήτηση ομοιοτήτων μεταξύ των διαφόρων ομάδων. Συνεπώς πρόκειται για μία συγκριτική που διενεργείται υπό το φως της εξελικτικής μεταβολής της ανάπτυξης των φυτών. Έτσι οι μορφολογικές σπουδές ακολουθούν τρεις μεθόδους: α) τη σύγκριση των πλήρων μορφών των φυτών που υφίστανται σήμερα, β) τη σύγκριση αυτών με εκείνα που έχουν εκλείψει, (απολιθωμένα λείψανα), και γ) την παρατήρηση επί της ανάπτυξης καθενός ατόμου χωριστά (οντογένεση).
Η Μορφολογία των φυτών διακρίνεται στην "εξωτερική μορφολογία", που πραγματεύεται την εξωτερική μορφή των φυτών, και στην "εσωτερική μορφολογία" που εξετάζει την εσωτερική δομή των φυτών. Αυτή επιμέρους διακρίνεται στη "φυτική κυτταρολογία" που εξετάζει τη μορφή, τη σύσταση, κλπ. του κυττάρου και στην ανατομία ή "ιστολογία του φυτού" που εξετάζει τις διάφορες μορφές των φυτικών μερών, που προέρχονται από τη συναρμογή των φυτικών κυττάρων.
Εξωτερική μορφολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στα απλούστερα φυτά το σώμα τους συνίσταται από ένα και μόνο κύτταρο, μέσα στο οποίο και πραγματοποιούνται όλες οι λειτουργίες της ζωής. Σύμφωνα με την εξελικτική θεωρία τα απλά αυτά φυτικά κύτταρα συνενώθηκαν σε αποικίες ως αθροίσματα, αρχικά με χαλαρό δεσμό και αργότερα με σταθερότερο, απ΄ όπου και προέκυψαν τα πολυκύτταρα φυτά. Παράλληλα δε με τον "καταμερισμό της εργασίας" που αρχικά εκδηλώθηκε μεταξύ των διαφόρων μερών του πολυκύτταρου σώματος, βαθμιαία άρχισε και η διαφοροποίηση των μερών αυτών η οποία και οδήγησε τελικά στο πολύπλοκο φυτικό σώμα των ανωτέρων φυτών. Έτσι, ενώ στα κατώτερα φυτά ένα τμήμα μπορεί να εκτελέσει όλες της λειτουργίες, στα ανώτερα φυτά οι διάφορες λειτουργίες γίνονται μέσα σε ίδια όργανα, όπου τα κύτταρα αθροίζονται σε καθορισμένους και ειδικευμένους ιστούς.
Στα κατώτερα φυτά, (θαλλόφυτα), η πολυπλοκότητα της μορφής και της κατασκευής τους εμφανίζει ποικίλες διαβαθμίσεις. Ομάδες των αλγών όπως φαιοφύκη και ερυθροφύκη μοιάζουν συχνά με ανώτερα φυτά ως προς το σχηματισμό και τη διάταξη των μερών του σώματός τους. Στα δε βρυόφυτα η σταδιακή διαφοροποίηση του θαλλού παρουσιάζει ακόμη στενότερη και παράλληλη ανάπτυξη ως προς τα ανώτερα φυτά. Κάποια μάλιστα εξ αυτών έχουν βλαστόμορφα και φυλλόμορφα σωματικά τμήματα που μοιάζουν με όργανα ανωτέρων φυτών. Πάντως ρίζες βλαστοί και φύλλα δεν εμφανίζονται ούτε στα θαλλόφυτα. Αυτά αποτελούν μέρη των ανωτέρων και ανωτάτων φυτών που προέκυψαν σύμφωνα με νεότερες αντιλήψεις βαθμιαία μετά την εξάπλωση στην ξηρά των φυτών που προηγουμένως ζούσαν στη θάλασσα.
Η φύση των διαφόρων μερών του φυτικού σώματος στα τελειότερα φυτά υπήρξε για μακρό χρόνο βασικό μορφολογικό πρόβλημα. Συγκριτικές μελέτες επ' αυτών απέδειξαν πως τμήματα, αν και φαίνονται διαφορετικά, εντούτοις μπορούν να έχουν όμοια σχέση προς το όλο σώμα του φυτού, δηλαδή να είναι "ομόλογα". Το άνθος για παράδειγμα σε κάποιες περιπτώσεις είναι ομόλογο προς το βλαστό, και τα μέρη του άνθους ομόλογα με τα φύλλα. Αντίθετα, τμήματα διάφορα ως προ τη σχέση τους προς το όλο, μπορεί να είναι όμοια ως προς τη λειτουργία, οπότε αυτά καλούνται "ανάλογα". Έτσι τα πεπλατυσμένα πράσινα στελέχη πολλών φυτών ξηράς αγόνων περιοχών είναι ανάλογα προς τα φύλλα.
Έτσι με την ανάπτυξη των γνώσεων επί της αμοιβαίας σχέσης των διαφόρων μερών του φυτού οι βασικές οργανικές μονάδες του περιορίστηκαν σε τρεις: τη ρίζα, το βλαστό και τα φύλλα. Κατά τελευταίες επίσης παρατηρήσεις σε απολιθωμένα λείψανα παλαιότερων φυτών ξηράς απέδειξαν πως και οι τρεις αυτές κατηγορίες των φυτικών τμημάτων δεν είναι απόλυτες. Διαπιστώθηκε ότι τελικά αυτές προέκυψαν ως αποτέλεσμα της εξελικτικής ανάπτυξης που δεν μπορούν σαφώς να χωριστούν μορφολογικά.
Υποστηρίζεται πως η γενική μορφολογική εικόνα του φυτού πρέπει να είναι ο άξονας ανάπτυξής του. Έτσι υπό αυτή την έννοια δεν υφίστανται θεμελιώδη τμήματα. Ρίζες και φύλλα θεωρούνται δευτερεύουσες εμφανίσεις οι οποίες διαφοροποιήθηκαν σε διαφορετικά όργανα επί ενός πρωτογενούς άξονα του βλαστού, όπου το φύλλο για παράδειγμα προέκυψε είτε ως πλάγια επέκταση του άξονα, είτε ως κλαδικό σύστημα που έγινε επίπεδο και πλατύ για την ανάπτυξη ιστού.
Η ρίζα είναι το υπόγειο τμήμα του φυτού και απορροφά νερό και ανόργανα στοιχεία του εδάφους. Τα ριζικά κύτταρα δεν εκτείθενται στο φως και ως εκ τούτου δεν φωτοσυνθέτουν. Τις ενεργειακές ανάγκες τους καλύπτουν από ουσίες που προμηθεύονται από τα φύλλα και το βλαστό. Ο βλαστός είναι το επίμηκες -συνήθως κυλινδρικό- όργανο του φυτού που συνδέει όλα τα υπόλοιπα φυτικά μέρη. Πολλές φορές κύτταρά του φωτοσυνθέτουν ή/και αποταμιεύουν ουσίες.
Τα φύλλα είναι τα «φωτοσυνθετικά εργοστάσια», μπορούμε να πούμε, κάθε φυτού. Τις περισσότερες φορές έχουν μεγάλη επιφάνεια, με στόχο να συλλέγουν μεγάλες ποσότητες φωτός και να δουλεύει πιο εντατικά η φωτοσύνθεση.
Τα άνθη χρησιμοποιούνται από τα φυτά για φυλετική αναπαραγωγή. Το τυπικό άνθος αποτελείται από σέπαλα ή κάλυκα, πέταλα ή στεφάνη και στήμονες ή/και ύπερο. Πολλές φορές τα φυτά στα άνθη τους χρησιμοποιούν ελκυστικά χρώματα κι αρώματα για την προσέλκυση εντόμων που βοηθούν στη διάδοση γενετικού υλικού και την επικονίαση. Τα άνθη που χρησιμοποιούνται συνήθως εξελίσσονται σε καρπούς, οι οποίοι περιέχουν έναν ή περισσότερους σπόρους (σπέρματα).
Τμήματα του φυτού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το φυτό αποτελείται από τρία βασικά λειτουργικά μέρη:
- τη ρίζα,
- τον βλαστό και
- τα φύλλα.
Αν γίνει τομή με ένα ξυραφάκι στη ρίζα, στο στέλεχος ή στα φύλλα του φυτού και παρατηρηθούν με μικροσκόπιο, φαίνεται πως η τομή αυτή και, συνεπώς, κάθε μέρος του φυτού αποτελείται από μικρές κυψελίδες που ονομάζονται κύτταρα.
Το φυτικό κύτταρο αποτελεί ένα είδος ελαστικού καψυλίου, που έχει σχήμα κυβικό, κυλινδρικό ή ατρακτοειδές. Το περίβλημα του κυττάρου αποτελείται από κυτταρίνη. Η κυτταρίνη είναι πολύ λεπτή και με το μικροσκόπιο μέσα από αυτή είναι ορατό το ημίρρευστο άχρωμο περιεχόμενο του κυττάρου. Αυτό αποτελεί το σπουδαιότερο μέρος του κυττάρου, ονομάζεται πρωτόπλασμα και είναι η πιο απλή ζωντανή ουσία. Στο πρωτόπλασμα γίνεται η αναπνοή του φυτού και η μεταβολή των θρεπτικών ουσιών. Τα κύτταρα σε μερικά φυτά είναι τόσο μεγάλα (π.χ. πορτοκάλια, καρπούζια), που διακρίνονται και χωρίς μικροσκόπιο.
Φυσιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύτταρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Φυτικό κύτταρο
Τα φυτά όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί αποτελούνται από κύτταρα. Ειδικά τα φυτικά κύτταρα παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις σε σχέση με άλλα (ζωικά, βακτηριακά) με τις κυριότερες να είναι το κυτταρικό τοίχωμα, η συχνή χρήση των χυμοτοπίων, η φωτοσύνθεση στους χλωροπλάστες και η σύνδεση των κυττάρων με πλασμοδέσμες (από βοθρίο σε βοθρίο). Αυτές οι διαφορές των φυτικών κυττάρων προέκυψαν μετά από εκατομμύρια χρόνια δράσης της εξέλιξης και εξυπηρετούν τη βέλτιστη λειτουργία του φυτού με συνδυασμό των διάφορων φυτικών ιστών. Οι φυτικοί ιστοί μεταξύ τους είναι πολύ διαφορετικοί, χωρίς αυτό να σημαίνει πως και τα κύτταρά τους διαφέρουν τόσο.
Ιστοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα πιο συνηθισμένα είδη ιστών στα φυτά είναι:
Ο παρεγχυματικός ιστός, που είναι το μεγαλύτερο τμήμα του φυτικού σώματος και οι λειτουργίες που επιτελεί είναι η φωτοσύνθεση, η αποταμίευση ουσιών (άμυλο, έλαια, φαινόλες, αέρια) και η γρήγορη μεταφορά ουσιών (που οφείλεται στη διαμόρφωση του πλασμαλήμματος και του κυτταρικού τοιχώματος). Αυτονόητο είναι πως κάθε παρεγχυματικό κύτταρο μπορεί να εκτελεί όλες ή κάποιες από τις παραπάνω λειτουργίες ανάλογα με τις ανάγκες.
Ο στηρικτικός ιστός έχει σαν ρόλο να προσδίδει συγκεκριμένο σχήμα και κατάλληλη ελαστικότητα στα διάφορα φυτικά μέρη. Χωρίζεται σε κολλέγχυμα και σκληρέγχυμα, με κύρια διαφορά μεταξύ αυτών των δύο την ύπαρξη ή απουσία λιγνίνης στα κυτταρικά τοιχώματα.
Ο επιδερμικός ιστός που «περιβάλλει το πρωτογενές φυτικό σώμα» είναι ρυθμιστής των ουσιών που εισέρχονται ή αποβάλλονται απ' το φυτό και «προστατεύει το υπέργειο τμήμα από τις υπεριώδεις ακτίνες, τον άνεμο, τα ζώα και τη σκόνη».
Ο εκκριτικός ιστός συναντάται συχνά στις εξωτερικές επιφάνειες και το πλήθος των εκκριτικών κυττάρων συνήθως εργάζεται για την παραγωγή και έκκριση ουσιών όπως ρητίνες, βλέννες, σάκχαρα, άλατα, αρωματικές ουσίες κ.τ.λ.
Ο αγωγός ιστός φροντίζει για τη μαζική μεταφορά ουσιών. Το φλοίωμα μεταφέρει προϊόντα της φωτοσύνθεσης στους ιστούς του βλαστού, της ρίζας και στα μεριστώματα, ενώ το ξύλωμα μεταφέρει νερό και ανόργανα στοιχεία από τη ρίζα στα υπόλοιπα φυτικά μέρη.
Το φυτό απορροφά νερό μέσω των ριζών από τον άμεσο περίγυρό τους, γνωστό ως ριζόσφαιρα. Η απορρόφηση μπορεί να γίνει με την μέθοδο της μαζικής ροής. Το νερό από τη στιγμή που έρχεται σε επαφή τα ριζικά τριχίδια προχωράει προς το εσωτερικό της ρίζας. Το νερό αντλείται αναρροφητικά προς τα φύλλα και η αιτία της αρνητικής πίεσης στην κορυφή των αγγείων είναι η διαπνοή, η οποία είναι υπεύθυνη και για τη μαζική ροή. Σε περίπτωση που σχηματιστούν φυσαλίδες μέσα στα αγγεία, τότε τα βοθρία και οι διάτρητες πλάκες εμποδίζουν την επέκταση του αερίου.
Το νερό απομακρύνεται από το φυτό μέσω της διαπνοής από τα στόματα, τα οποία βρίσκονται στα φύλλα του φυτού. Το φαινόμενο είναι σύνθετο και πραγματοποιείται σε δύο φάσεις. Στην αρχή το νερό από τα κύτταρα του μεσόφυλλου εξατμίζεται προς την εσωτερική ατμόσφαιρα του φυτού, η οποία αποτελείται από κενούς χώρους και τον υποστομάτιο θαλαμίσκο. Η εσωτερική ατμοσφαίρα είναι πάντα πρακτικώς κορεσμένη σε υδρατμούς. Η διαφορά του υδάτινου δυναμικού μεταξύ της εσωτερικής και εξωτερικής ατμόσφαιρας έχει ως αποτέλεσμα την διάχυση του νερού προς την ατμόσφαιρα. Παράγοντες που επηρεάζουν την διαπνοή είναι η αντίσταση του μεσόφυλλου στην διάχυση ουσιών και η αντίσταση των στομάτων, η οποία ρυθμίζεται από το φυτό.
Τα διάφορα μεριστώματα, που είναι συστήματα ταχέως πολλαπλασιαζόμενων κυττάρων και από αυτά θα προκύψουν νέα όργανα του φυτού. Η συνεργασία όλων αυτών των ιστών στα φυτά δίνει τη δυνατότητα να σχηματιστούν φυτικά όργανα και τελικά να λειτουργούν φυτικοί οργανισμοί. Στα φυτά ξεχωρίζουν η ρίζα, ο βλαστός, τα φύλλα, τα άνθη, οι καρποί και οι σπόροι (σπέρματα).
Ανάπτυξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το φυτό αρχίζει να αναπτύσσεται από ένα μικρό σπόρο και μπορεί να γίνει ένα μεγάλο δέντρο. Η ανάπτυξη και οι διαστάσεις που θα πάρει το φυτό εξαρτώνται κατά πρώτο λόγο από την αύξηση του αριθμού των κυττάρων. Το φυτό τρέφεται και οι σχηματιζόμενες, στην περίπτωση αυτή, οργανικές ουσίες μετατρέπονται σε ουσίες του ίδιου του πρωτοπλάσματος. Το κύτταρο αρχίζει να διαιρείται και από το ένα δημιουργούνται δύο.
Η σημασία της ρίζας για το φυτό είναι μεγάλη. Αυτή στερεώνει το φυτό στο έδαφος, προσλαμβάνει από το έδαφος νερό και ορυκτές ουσίες και εφοδιάζει μ' αυτές όλα τα άλλα όργανα του φυτού. Το ριζικό σύστημα στα περισσότερα φυτά μπαίνει σε μεγάλο βάθος μέσα στο έδαφος. Όταν τραβήξουμε το φυτά από τη γη, ολόκληρο σχεδόν το ριζικό σύστημα παραμένει στο έδαφος. Τα ριζικά τριχίδια έχουν για τη ζωή του φυτού τεράστια σημασία. Αυτά προσλαμβάνουν από το έδαφος το νερό και τις θρεπτικές ουσίες. Είναι πολύ τρυφερά, ευπαθή και βραχύβια.
Χρήση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα φυτά διακρίνονται σε καλλιεργούμενα, σε άγρια, σε φυτά των τοίχων, σε φυτά φαρμακευτικά, που χρησιμεύουν στην Ιατρική ως φάρμακα, σε δηλητηριώδη κ.ά. Επίσης σε ξηρόφυτα που ζουν σε ξερά περιβάλλοντα, σε υδρόφυτα που προτιμούν ποσότητα νερού, σε θερμόφιλα, σε ψυχρόφιλα κλπ.
Φωτοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Βόρασσος ο βενταλιοφόρος (Borassus flabellifer)
Καρποί του φοίνικα της Παλμύρας (Βόρασσος ο βενταλιοφόρος - Borassus flabellifer), Thaati Munjelu στην τοπική γλώσσα, σε αγορά στην Guntur, στην Ινδία.
Ρίζωμα κουρκουμά
Γλυκοπατάτα, (Ιπόμοια η μπατάτας - Ipomoea batatas), βοτανικός κήπος Μάουι Νούι
Πάνδανος ο αμαρυλλόφυλλος (Pandanus amaryllifolius)
Παπάγια της Καλιφόρνιας
Καρική η παπάγια (Carica papaya), ποικιλία 'Sunset'
Κυμβοπώγων το κιτρώδες (Cymbopogon citratus), λεμονόχορτο
Παχύριζος ο ροκανισμένος (Pachyrhizus erosus), βολβός-ρίζα. Situgede, Bogor, Δυτική Ιάβα, Ινδονησία.
Φούτζι (μήλο)
Σαυρόπους ο ανδρόγυνος (Sauropus androgynus), αναπτυσσόμενοι βλαστοί.
Κόκος ο καρυοφόρος (Cocos nucifera)
Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το Βικιλεξικό έχει σχετικό λήμμα:
φυτό
Τα Wikimedia Commons έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα
Φυτό
Τα Βικιείδη έχουν πληροφορίες για το θέμα:
Φυτά
[απόκρυψη]π • σ • εΒοτανικήΚλάδοι της βοτανικής
- Ιστολογία φυτών
- Εικονογραφική βοτανική
- Παλαιοντολογία
- Φαινολογία
- Φυκολογία
- Δενδρολογία
- Φυτογεωγραφία
- Φυτοπαθολογία
- Φυτοκοινωνιολογία
- Εθνοβοτανολογία
- Παλαιοβοτανολογία
- Ανατομία φυτών
- Οικολογία φυτών
- Εξελικτική-αναπτυξιακή βιολογία φυτών
- Μορφολογία φυτών
- Φυσιολογία φυτών




